Tuesday, January 04, 2011

Megadeth - Rust in Peace (Capitol, 1990)

Το σωτήριο έτος 1990 μας βρίσκει (την οικογένεια Χωραφά) στο Ηράκλειο της Κρήτης, προσπαθώντας να συνέλθουμε από το πολιτισμικό σοκ της αλλαγής περιβάλλοντος. Ένας βετεράνος χεβιμεταλάς και 2 εκκολαπτόμενοι padawans πρέπει να μάθουν να ξεχάσουν αυτά που ξέρανε για Μοναστηράκια, Ροκ Σίτι, Χάπενινγκ και τα ρέστα και να προσαρμοστούν στη χώρα των γρόθων, ακα Κρήτη.

Το πρώτο πράγμα που έκανε ο γκουρού/μπιγκ μπράδερ/Ανδρέας ήταν να ψάξει για δισκάδικο. Βρέθηκε το (σουβλατζίδικο πλέον) Πάνιβαρ, στο Μεϊντάνι. Εκεί η πρώτη αγορά που έκανε περιελάμβανε το Rust in Peace και το The Real Thing των Faith No More (άλλο κόλλημα και ψάρωμα από εκεί).

To hype για τον συγκεκριμένο δίσκο ήταν μάλλον μεγάλο. Η προηγούμενη δουλειά του Mustaine, το So Far...So Good...So What? δεν έβαλε φωτιά στο δρόμο, καλό άλμπουμ αλλά σαφώς κατώτερο του Peace Sells. Τώρα έχει νέα ανανεωμένη σύνθεση, που τον drummer δεν τον ξέραμε, τον κιθαρίστα τον ξέραμε ως παπατζή που έπαιζε με τον Becker στους Cacophony, τους οποίους δεν είχαμε ακούσει και ποτέ. Συνάμα, οι Metallica έχουν ήδη βγάλει προ πολλού το ...And Justice, το οποίο (προφανώς) και έχουμε λατρέψει, έχει εντυπωσιάσει με την πολυπλοκότητά του, το άρτιο παίξιμο και όλα αυτά και όλοι γνωρίζουμε ότι ο Μαστέιν ζηλεύει και είναι πάντα δεύτερος και καταϊδρωμένος, οπότε για να δούμε...

Εντωμεταξύ, λίγους μήνες πριν είχαμε αγοράσει το πρώτο CD player, οπότε οι αγορές έγιναν σε CD, πράγμα πολύ ψαρωτικό για μας (πατάς ένα κουμπί και παίζει το κομμάτι, πάει μπρος-πίσω εύκολα, δεν χαλάει ποτέ λένε), αλλά και απογοητευτικό μιας και η εξωφυλλάρα, καρακλασίκ Ρέπκα δεν αναδεικνύεται από το μέγεθος. Σάιζ μάτερς.



Και καθόμαστε όλοι γύρω από το νέο ηχοσύστημα, με τα σούπερ ντούπερ ηχεία και πατάει ο γκουρού το πλέι. Οι μικρότεροι, έχουμε οδηγίες να το βουλώσουμε, αν κάτσουμε ήσυχα ΟΚ, αλλιώς πούλο. Σεβάσμιος τρομοκράτης αυτός, ψαρωμένοι φανμπόις εμείς.

...και μπαίνει το Holy Wars...The Punishment Due. Ο ήχος ζεστός και ιδιαίτερος, αρκούντως χέβι και ιδανικός για να αναδεικνύονται τα ριφ. Τα ριφ. Ο δίσκος αν έχει ένα πράγμα που κάνει μπαμ, είναι ότι περιέχει ΡΙΦΑΡΕΣ. Το πρώτο κομμάτι είναι και η σύνοψη του δίσκου. Τεχνική, το ένα ριφ καλύτερο από το άλλο, ορμή, έμπνευση, σόλο, φοβερά τύμπανα και γενικά από τις ελάχιστες φορές που με την πρώτη ο δίσκος έχει κάνει ΚΛΙΚ πανεύκολα και γουστάρουμε όλοι. Κοιταζόμαστε γενικά με τον αδερφό μου ("Πω!"), ο γκουρού το παίζει ψύχραιμα κουλ αλλά φανερά γελάει και το φρύδι του και γενικότερα έχουμε πάθει κοκομπλόκ με αυτό που ακούμε. Η πρώτη παρατήρηση φωναχτά είναι ότι ο Μαστέιν τους έφαγε τους Μετάλλικα, που είναι μια κουβέντα που δεν την λέγαμε έτσι, οι Μετάλλικα είναι ιερό πράγμα, αλλά τι να πεις τώρα με αυτό που ακούμε και τέτοια.

Η συνολική ακρόαση δεν θυμάμαι με κάθε λεπτομέρεια πώς πήγε, χαϊλάιτ είναι στάνταρ το Hangar 18 που το ρεφρέν έχει κτηνώδες χουκ (το σόλο μελετήθηκε και αφομοιώθηκε αργότερα), η εισαγωγή στο Poison was the Cure, ψαρωτική και υπερπορωτική μέχρι να σκάσει ο σπιντ χείμαρρος και τα ντραμς στο ομώνυμο που εκείνη τη στιγμή μας φάνηκε σαν να παίζει χταπόδι.

Τους επόμενους μήνες το Rust έχει γίνει κασσέτα για ιδιωτική χρήση και από τους δυο μικρότερους, το CD έχει πάρει παρτούζα το CD player και μπορούμε να κάνουμε air-guitar και air-drumming κάθε δευτερόλεπτο με εντυπωσιακή ακρίβεια για άσχετους.

Ένα τεράστιο συν του δίσκου επιπλέον είναι οι στίχοι και η ερμηνεία τους. Μπορεί πολύς κόσμος σήμερα να δηλώνει ότι δεν αντέχει τον Mustaine, όμως κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει (και να τον πάρει κανείς στα σοβαρά) ότι είναι μοναδικός στο να φτύνει ειρωνεία και σαρκασμό με τον τόσο χαρακτηριστικό του τρόπο. Εδώ, βρίσκουμε απλά και όμορφα τον πιο cool Mustaine ever. Τεράστια φόρμα.

Κοιτώντας τον δίσκο πλέον ψύχραιμα, το Rust in Peace είναι αναμφισβήτητα ένας τεράστιος thrash/speed δίσκος. Περιέχει κομμάτια τα οποία είναι όλα ένα κι ένα, με τόνους χαρακτήρα και νόημα ύπαρξης, μια από τις καλύτερες κιθαριστικές δουλειές που κυκλοφόρησαν στο είδος (ριφ, σόλο, παίξιμο, έμπνευση, flow), ήχος που αντέχει και σήμερα λόγω της πολύ ζεστής ιδιαιτερότητάς του και της επαρκέστατης ευκρίνειας και δύναμης. To κρέντιτ για το τελευταίο πάει στον Mike Clink, πασίγνωστος παραγωγός και ακριβός (πρώτη φορά για τους Μέγκαντεθ να ψωνίζουν παραγωγό από το πάνω ράφι), χάρη στη δουλειά που είχε κάνει πριν 3 χρόνια στο τιτάνιο Appetite for Destruction. Τέλος ο δίσκος απολαμβάνει εύκολα μια σπάνια καθολική αποδοχή από τους απανταχού μεταλάδες της υφηλίου.

Σήμερα, αυτός ο δίσκος φιγουράρει εύκολα σε άπειρες χάι φιντέλιτι/τι παίρνω στο νησί λίστες, σε όλα τα μήκη και πλάτη και η κατοχή είναι απολύτως απαραίτητη για όποιον ακούει αυτή τη μουσική και δεν έχει κάποιο προσωπικό κόλλημα με τα φωνητικά.

Κλασικά και πασίγνωστα και χιλιοπαιγμένα (χωρίς να κουράζουν όμως όσο κάποια άλλα κομμάτια που χαρακτηρίζονται με τα τρία αυτά επίθετα) είναι βεβαίως το Holy Wars, το Hangar 18 και το Tornado of Souls. Από εκεί και πέρα φυσικά, ο καθείς έχει τις ιδιαίτερες προτιμήσεις του, κακό κομμάτι δεν υπάρχει, το μόνο σκιπ που μπορεί να γίνει είναι στο Dawn Patrol, το οποίο όμως δουλεύει πραγματικά καλά σαν εισαγωγή στο ομώνυμο.

Ειδική μνεία θα γίνει σε δύο σόλο: Στο Hangar 18, μετά το εύπεπτο και πιασάρικο κυρίως μέρος που ξεκινάει με τα arpeggio του Call of Ktulu παιγμένα σε ακόρντα (μπηχτή...και γιατί όχι και το trademark ριφ, σκάει η Αλλαγή, καλπάζει πλέον η μπάντα για να μπει το Σόλο, όπου ο Friedman σβήνει από τον χάρτη τους τρεις προκατόχους του, όλοι αγαπάμε Πόλαντ, αλλά εδώ είναι άλλο φρούτο. Όργιο έμπνευσης και παιξίματος για 2 λεπτά, με εναλλαγές με τον Mustaine που δεν ακολουθεί σε τεχνική αλλά κορυφώνει το όλο κόλπο εξαίσια.

To Tornado of Souls απλά φιγουράρει σε πολλές λίστες ως το αγαπημένο σόλο πολλών ανθρώπων και αυτό είναι κομμάτι δύσκολο στον ωκεανό των επιλογών, και όμως τούτο είναι τόσο γαμημένα εμπνευσμένο και κάθε νότα αυτή που πρέπει να είναι που έχει ψήσει κόσμο και κοσμάκη.

Δεν υπάρχουν πολλά που μπορείς να γράψεις για αυτό το δίσκο που δεν έχουν γραφτεί χιλιάδες φορές πριν, οπότε θα αρκεστώ να πω τα δικά μου γιατί έτσι θέλω:
Έχουν περάσει 20 χρόνια πλέον από τότε που μου τά'σκασε ο δίσκος και όμως τον ακούω τακτικότατα και πάντα, μα πάντα, ακούγεται το ίδιο εμπνευσμένος και ευχάριστος και καταπληκτικός, απλά ξεχειλίζει ποιότητα. ΕΠΟΣ. ΓΑΜΑΕΙ. ΘΕΟΙ (κρατάω την υπόσχεση). Μπαίνει το ριφ του Take No Prisoners και θέλω να πάρω κεφάλια, κάνω ερ γκιτάρ και κοπανιέμαι και είμαι 12χρονο που φαντασιώνεται ότι παίζει στο Μαρακανά και το πλήθος αφηνιάζει και τέτοια. Σκάει το γρήγορο σημείο του Poison was the Cure και ανοίγει ένα πιτ που πιάνει όλο το Γκαγκάριν. Hangar 18 και το πόδι στο τραπεζάκι/stage monitor και τα δάχτυλα ψαρώνουν τους πάντες από κάτω. Καθιστός βαράς αλύπητα το αόρατο ντραμ κιτ, τα πόδια σου σπάνε τα παπάρια του από κάτω και τέτοια. Παλιμπαιδισμοί στο έπακρο βρε αδερφέ, θα μπει η γυναίκα σου και θα ισιώσεις απότομα και θα το παίζεις σοβαρός ενήλικος άνθρωπος (δεν πείθεις κανέναν, έχει χεστεί στο γέλιο, πετάει και μια μούντζα).

Τοπ 5 έβερ. Θέλω να πάω να τους δω λάιβ να το παίξουν όλο και να εκσπερματώνω.

Η συνέχεια γνωστή. Με αυτό το δίσκο πιάσανε το ταβάνι του θρασόκοσμου και ήταν ώρα να πάνε παραπέρα. Το ότι οι Μετάλλικα το έκαναν τον επόμενο χρόνο με τρόπο που δεν μπορεί πλέον να ξαναγίνει από κανέναν, φυσικά έπαιξε το ρόλο του. To Countdown to Extinction ήταν σχεδόν το ίδιο wtf με το Black Album αλλά μετά το Black Album (πάει το έλεμεντ οφ σαπράιζ) και επομένως πολύ πιο εύκολο να το χωνέψεις ότι πάπαλα τα θρας ριφ όργια. Εξαιρετικός δίσκος που του πρέπει μπλογκ ποστ από κάποιον φανμπόι κάποτε. Το αυτό ισχύει και για το Youthanasia, το οποίο όμως αποτελεί προσωπική αδυναμία, διότι απλά περιέχει απίστευτο songwriting σε ένα τέλεια φτιαγμένο πακέτο ήχου. Μετά αρχίζει η παρακμή και δεν επεκτείνομαι (ξέρω, ξέρω, αγαπάτε Κρίπτικ, μεγειά σας, καλό είναι, not even close απλά), όπως δεν επεκτείνομαι και στη νέα τάξη πραγμάτων που προσπαθεί ακόμα να βρει την παλιά συνταγή. Σιγά-σιγά, μετά από πολλές φιλότιμες αλλά hit-and-miss προσπάθειες φαίνεται να την βρίσκει. Το Endgame είναι ΚΑΛΟ και ο κόσμος το αποδέχτηκε καλά, αν επιμείνει και το έχει, ο δρόμος είναι ανοιχτός, οι συνθήκες είναι τέτοιες (τα έχω πει και για τους Μετάλλικα, Μπιγκ 4 και όλα αυτά), ιδού η Ρόδος κλπ, κλπ.

Έτσι, έχουμε την πρώτη 80ς εποχή Μέγκαντες που ορίζεται με Peace Sells και Killing is My Business (αξιολογικά, ανάποδα χρονικά), κάνει μια κοιλιά στο So Far αλλά τα σκάει και κορυφώνεται και εκσπερματώνει στο Rust in Peace. Ε, μετά η πορεία στο μέηνστρημ, η αποτυχία παραμονής εκεί και η "επιστροφή στις ρίζες" δεν αξίζει σεντόνι.

No comments: